BLOG

hearts

Μαμά, θα έρθεις;

Η πιο τρομακτική ερώτηση. Μια ερώτηση που μπορεί να έχει πολλές εκδοχές:

  • Μαμά, θα έρθεις στη σχολική γιορτή;
  • Μαμά, θα έρθεις στο πάρτυ;
  • Μαμά, θα έρθεις στους αγώνες;
  • Μαμά, θα έρθεις στην παράσταση;
  • Μαμά, θα έρθεις στο λούνα παρκ;
  • Μαμά, θα έρθεις στις νεροτσουλήθρες;
  • Μαμά, θα έρθεις στην παιδική χαρά;
  • Μαμά, θα έρθεις στο Εμπορικό κέντρο;
  • Μαμά, θα έρθεις στο Μουσείο;
  • Μαμά, θα έρθεις στην Ανάσταση;
  • Μαμά, θα έρθεις στο κρεβάτι μου για καληνύχτα;

Ο τρόμος της συμπερίληψης, συνοψισμένος σε τρεις μόλις, γλυκές λεξούλες. Τρεις λεξούλες, που βγαίνουν από το στοματάκι του παιδιού σου, κι εκφράζονται με μια γλύκα και μια προσμονή, που όμοιά τους δεν έχεις βιώσει ποτέ. «Μαμά, θα έρθεις;» Οι τρεις πρώτες λέξεις που μου έρχονται ως απάντηση αλλά δεν βγαίνουν από το στόμα μου αυθόρμητα ως απάντηση... «Γαμώ τα δύσκολα...»

Κι όμως, ερχόμαστε. Με κάποιο τρόπο. Με όλους τους τρόπους. Με κάθε κόστος.

Δεν είναι όμως μόνο το «Μαμά, θα έρθεις» που με βασανίζει. Είναι και το «΄Ολγα, θα έρθεις» ή το να είσαι σε μια παρέα και κάποιος να προτείνει «ρε σεις, πάμε εκεί;». Κρύος ιδρώτας. Αυτό που θες κολασμένα να πας αλλά σου φαίνεται βουνό. Και τρέμεις μήπως φορτώνεσαι στους άλλους. Οι προ(σ)κλήσεις από τους φίλους, τους αγαπημένους και την οικογένεια. Όλων αυτών που θέλουν να μοιραστούν μαζί σου μια βόλτα, μια εμπειρία, μια παράσταση, ένα φαγητό, ένα χαλαρό καφεδάκι. Όλοι αυτοί που σε αγαπούν και σε θέλουν για παρέα για αυτό που είσαι. Χωρίς ταμπέλες και περιορισμούς. Που είναι διατεθειμένοι να κάνουν τα πάντα για να είσαι εκεί μαζί τους. Να το φέρουν όσο το δυνατόν στα μέτρα σου. Που θα σε κουβαλήσουν, θα κάνουν δυο και τρια παραπάνω δρομολόγια για να σιγουρευτούν οτι το μέρος που θα πάτε είναι προσβάσιμο, θα ζητήσουν ειδική άδεια για να φέρουν το αυτοκίνητο όσο πιο κοντά γίνεται για να ελαχιστοποιήσουν την ταλαιπωρία σου, θα τσεκάρουν το σωστό τραπέζι, την πρόσβαση στην τουαλέτα, τα πάντα όλα. Θα το φέρουν στα μέτρα σου. Χωρίς να στο πουν. Γιατί έτσι θέλουν. Γιατί αυτός είναι ο τρόπος τους να σε φροντίσουν. Γιατί σε θέλουν εκεί, μαζί τους. Είναι αυτοί, που όταν ο ανεγκέφαλος θα τους κοιτάξει με θαυμασμό και θα τους πει πόσο καταπληκτικά άτομα είναι, που βοηθούν τον φίλο τους που έχει κινητικό θέμα, θα του ρίξουν ένα παγερό υποτιμητικό βλέμμα και θα προσπεράσουν το «κομπλιμέντο», καθώς για αυτούς είναι αυτονόητο και θα νιώσουν και θιγμένοι που κάποιος τους επαινεί για αυτό. Αν το πάρουν επάνω τους, είναι ένας καλός λόγος να αναθεωρήσετε πόσο πραγματικοί φίλοι σας είναι.

Η αλήθεια είναι πως η καραντίνα και όλη αυτή η ιστορία με τον κορονοϊό με έχει βολέψει. Έχω σωθεί από ένα σωρό «θα έρθεις» τα οποία πια είναι απαγορευμένα. Δεν μπορώ πια να πάω στο σχολείο, δεν γίνονται πάρτυ, τα μπαρ έχουν πεθάνει, τα θέατρα και το σινεμά είναι δύσκολα, οι βόλτες σπάνιες και δύσκολες. Ως άτομο που ανήκει στις ευπαθείς ομάδες, μπορώ να απέχω από τα πάντα χωρίς καμία δικαιολογία. Δεν σας κρύβω πως αυτό, μου έχει προσφέρει μια πρόσκαιρη ανακούφιση.

Την φοβάμαι όμως αυτή την ανακούφιση. Φοβάμαι πως θα με αποκοιμήσει. Φοβάμαι πως θα την συνηθίσω και θα γίνει η νέα μου κανονικότητα. Φοβάμαι πως θα γίνει και η κανονικότητα των άλλων και θα σταματήσω να ακούω «θα έρθεις» καθώς κανείς πια δεν θα μου το ζητάει. Γιατί όσο κρύβομαι και αποκοιμιέμαι, θα γίνω σταδιακά αόρατη.

Τα άτομα με κινητικούς περιορισμούς και αναπηρίες, παραπονιόμαστε συχνά για την έλλειψη συμπερίληψης από το κοινωνικό σύνολο. Η αδυναμία της συμπερίληψης μπορεί να αφορά εξίσου θέματα πρόσβασιμότητας όσο και αποδοχής από τους άλλους. Αποδοχής και κατανόησης στην διαφορετικότητά μας.

Υπάρχει όμως και μια πλευρά που δεν αναφέρουμε αρκετά και θεωρώ οτι πρέπει να επιμείνουμε περισσότερο καθώς είναι εξαιρετικά σημαντική. Και αυτή είναι το πόσο αποφασισμένοι είμαστε εμείς που αντιμετωπίζουμε τους περιορισμούς να ενταχθούμε. Πόσο αποφασισμένοι είμαστε να υπερβούμε και να ξεπεράσουμε τις όποιες δυσκολίες. Πόσο κινητοποιούμαστε από μόνοι μας. Και εκεί είναι το κλειδί της συμπερίληψης και της «ορατότητας». Αν δεν αποφασίσουμε εμείς να συμμετέχουμε, να εκτεθούμε, να «τσαλακωθούμε» (ναι, κι άλλο) ανεξάρτητα από τις δυσκολίες, το σύστημα δεν θα πιεστεί για να προσαρμοστεί στις ανάγκες μας. Όσο κρυβόμαστε ανακουφισμένοι στην απραξία, ο κόσμος και η κοινωνία, δεν θα αναγκαστεί να προσαρμοστεί στην διαφορετικότητα.

Για τα παιδιά μας όμως, για τους φίλους, τους συντρόφους και την οικογένειά μας, δεν είμαστε διαφορετικοί. Είμαστε μοναδικοί. Είμαστε οι γονείς τους. Οι μαμάδες και οι μπαμπάδες τους. Οι κολλητοί τους. Το άλλο τους μισό. Οι σύντροφοί τους. Και μας θέλουν εκεί. Δίπλα τους. Σε ό,τι κάνουν. Γιατί για αυτούς είναι αυτονόητο. Ατυχώς, όχι για όλους όμως. Ατυχώς, είμαστε ακόμη αρκετά μακριά από μια κοινωνία, τόσο σε κοινωνικό όσο και σε επίπεδο υποδομών, που να επιτρέπει σε άτομα με αναπηρία να έχουν πρόσβαση σε απλές, καθημερινές υπηρεσίες αλλά και απολαύσεις. Πώς όμως να τις έχουμε αφού δεν τις διεκδικούμε; Φαντάζομαι, δεν είμαι η μόνη που έχει δει ή έχει ακούσει ιστορίες για το πόσους πολλούς ανάπηρους έχουν κάποιες άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, για να καταλήξει τελικά η κουβέντα οτι δεν είναι περισότεροι, απλά μπορούν και κυκλοφορούν έξω λόγω των κατάλληλων υποδομών.

Το καλό νέο είναι οτι δεν είμαστε μόνοι μας σε αυτό. Είμαστε μόνοι μέσα στην πάθηση ή δυσκολία του κινητικού περιορισμού ή αναπηρίας που έχουμε όμως, στην διαχείριση αυτής έχουμε την τύχη να έχουμε συμμάχους. Με διαφορετικές ιδιότητες και ειδικότητες. Άλλοι μας στηρίζουν ψυχολογικά, άλλοι λειτουργικά. Όπως ο κάθε ένας μπορεί.

Τουλάχιστον μέχρι να χρειαστεί να αποφασίσει κάποιος, ποιος θα είναι ο τελευταίος που θα μπει στην βάρκα...(γιατί πρώτα θα μου βγει η ψυχή και μετά ο σαρκασμός)...

 

Photo by Karolina Grabowska from Pexels

 

Info

Βασικά μου όπλα το χιούμορ, ο σαρκασμός, το πείσμα και το θάρρος.
Είμαι η ‘Ολγα, είμαι 47 ετών και πάσχω από πολλαπλή σκλήρυνση.
Και είμαι καλά.

 

 

ossom logo 680x150